Τετάρτη 7 Οκτωβρίου 2015

ΓΙΩΡΚΟΣ ΤΟΥ ΛΕΩΝΗ Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΔΩΡΗΤΗΣ

Ο Χ΄ Τσιυρκακός Σιαμμάς παντρεύτηκε την Μαρίκα και όταν αυτή απεβίωσε παντρεύτηκε την Χ'' Λωξάνδρα. Έκαμε παιδιά τούς Χριστόδουλο Σιαμμά, τον Χαράλαμπο Σιαμμά, την Χ' Αργυρή Τσιυπρή, την Χ' Ελενούα, την Δεσποινού Κυρηναία και τον Κυριάκο Σιαμμά.
Ο Χριστόδουλος Σιαμμάς κληρονόμησε από τον πατέρα του σχεδόν όλη την δυτική περιοχή της Χλώρακας. Ανάμεσα στην περιουσία ήταν και η καυκάλλα που μέσα κτίστηκε το εκκλησάκι του Αρχάγγελου Μιχαήλ, μια μεγαλη άγονη πετρώδη γη όπου εκεί έβοσκε τα πρόβατα του κοπαδιού του.
Την περισσότερη γόνιμη περιουσία την έδωσε προίκα στις κόρες του, έκαμε όπως συνηθιζόταν παλιά, δηλαδή προίκισε τις κόρες περισσότερο από τους αρσενικούς απογόνους.
Την άγονη καυκάλλα με το παρεκκλήσι την κληροδότησε στον γιο του Λεωνίδα Σιαμμά και αυτός στον γιό του Γιώρκο Λεωνίδα Σιαμμά, άλλως Γιωρκούϊν ο οποίος συνέχισε το επάγγελμα του πατέρα του. Έξω από το ξωκλήσι τα καλοκαίρια έστηνε μάντρα για να χωρίζει τα ερίφια από τα πρόβατα. Είχε τον Άγιο Αρχάγγελο για Άγιο του, και πίστευε πολύ σε αυτόν. Όταν μια φορά πίστεψε ότι συνέβη ένα θαύμα που έσωσε τη ζωή του γιου του και του ίδιου, δώρισε το οικόπεδο με το εκκλησάκι στην εκκλησία της Χλώρακας, ώστε να μπορούν όλοι οι κάτοικοι να προσκυνούν και να ανάβουν το καντήλι στον θαυματουργό Άγιο.

ΤΟ ΘΑΥΜΑ ΤΟΥ ΑΡΧΑΓΓΕΛΟΥ
Τον Μάρτη και τον Απρίλλη η θάλασσα ημερεύει και είναι ο καιρός που οι ψαράδες ψαρεύουν αράδα, είναι η καλή εποχή τους. Όταν όμως η θάλασσα πει να αγριέψει, είναι η πιο κακή εποχή τους, είναι που στα καλά καθούμενα και δίχως ο καιρός να δείξει, αναταράσσουν τα νερά στα ξάφνου και στα γρήγορα, είναι οι εποχή που η θάλασσα πνίγει τους καλούς ψαράδες. Πιότερη γαλήνη και ηρεμία δεν ματάχει άλλους καιρούς, αλλά και το αντίθετο, έτσι που οι μεγάλες καιρικές μεταβολές που συμβαίνουν, δίνουν αφορμή στη λαϊκή φαντασία να πλάθει μύθους, θρύλους, παροιμίες και παραδόσεις, που αναφέρονται στα βασικά γνωρίσματά τους.
Μέχρι τα μέσα του Απρίλη θεωρείται επίσης ότι οι ξαφνικοί και ισχυροί άνεμοι προξενούν ναυάγια και μέχρι τότε όσοι εχουν πλεούμενα προσέχουν δυο φορές, ή αποφεύγουν να ταξιδεύουν. Παρόλα αυτά, με τον ερχομό του Μάρτη οι ψαράδες βγαίνουν στη θάλασσα και ρίχνουν τα δίχτυα τους, είναι οι πιο καλές εποχές που πιάνουν ψάρια.
Ο Κώστας Λεωνίδα ο καλός ψαράς του χωριού, αφού με τον πατέρα του τον Γιώργο του Λεωνή όλη μέρα ξεκουράστηκαν, κατά τα μεσάνυχτα ανέβηκαν στη βάρκα τους και ανοίχτηκαν στα βαθειά, προς τη μεριά της δύσης. Έριξαν τα δίχτυα τους, και έγειραν πίσω να ξεκουραστούν, να περάσει η ωρα, νάρτει το ξημέρωμα για να τα ξαναμαζέψουν.
Πήρε να χαράσσει, η θάλασσα ήταν όμορφη και γαληνεμένη, ο καιρός ήταν πεντακάθαρος, τίποτα δεν έδειχνε ότι θα άλλαζε. Ξύπνησαν από το λαγοκοίμισμα τους, πρόσεξαν μια άκρα ησυχία, είχε απανεμιά, τα νερά της θάλασσας ήταν ακίνητα. Έμειναν να κοιτάζουν τον μακρινό ορίζοντα, και μια ανησυχία τους κυρίευσε για την απόλυτη ησυχία του καιρού και της θάλασσας.
Αποφάσισαν να μαζέψουν τα δίχτυα και να επιστρέψουν. Αρχίνισαν το εργο, και αφου τέλειωσαν, με ανακούφιση ετοιμάστηκαν για τον γυρισμό. Από το ακρωτήρι στο Κερατί, ως τον κόλπο των Ποτίμων πήγαιναν καλά, και το φως είχε φέξει αρκετα… 
Μα ξάφνου και απότομα, σκοτείνιασε ο ουρανός, και μια αστραπή φώτισε όλο τον βαθύ ορίζοντα. Μια βουή ακούστηκε, η θάλασσα αγρίεψε και είδαν από τα βαθιά του πέλαου να βγαίνει ένας ανεμοστρόβιλος που με ασύλληπτη ταχύτητα έτρεχε και ερχόταν με πολλη βουή ολόισια πανω τους. Είχε σημάνει το τέλος το κατάλαβε, ένιωσε την δύναμη του ανεμοστρόβιλου να τους αρπάζει και να τους σηκώνει ψηλά στον ουρανό, έκαμε τον σταυρό του, έκλεισε τα μάτια και ήταν έτοιμος να παραδοθεί στο Θεό. Ώσπου απότομα ένιωσε να σταματά η φόρα προς τα πανω, ένιωσε την βάρκα να πέφτει με δύναμη στο κενό, να χτυπά με δύναμη στη θάλασσα, και ύστερα τα δίχτυα με τα ψάρια μέσα να πέφτουν πανω τους και να τους σκουλλίζουν.

Έτσι ξαφνικά που ήρθε το κακό, έτσι ξαφνικά πέρασε και έφυγε, ήταν όλα όπως πριν. Γύρισε και κοίταξε ανήσυχα τον πατέρα του να δει αν είναι καλά, τον είδε πολύ γαληνεμένο και τον άκουσε να ευχαριστεί το Θεό. Ύστερα στράφηκε προς το μέρος του και του είπε να ευχαριστήσει τον Αρχάγγελο Μιχαήλ που τους έσωσε, και την άλλη μέρα να πάν να του ανάψουν το καντήλι. Του εξήγησε ότι την ωρα που ήρθε ο κίνδυνος, γύρισε κατά την Χλώρακα που είναι του Αρχαγγέλου, και του γύρεψε να τους γλυτώσει. Την ωρα που η άκρη του ανεμοστρόβιλου τους άρπαξε και τους σήκωσε μαζί του, απότομα σταμάτησε τη φορά του, άλλαξε πορεία, έφυγε και σβήστηκε στον ουρανό. Ο Μιχαήλ Αρχάγγελος είχε κάμει το θαύμα του.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου