Πέμπτη 20 Νοεμβρίου 2014

ΜΙΑ ΛΥΠΗΤΕΡΗ ΙΣΤΟΡΙΑ

Ο Άη Νικόλας ήταν για τις ψυχές πρώτα, να τις παίρνει. Αλλά ο Άη Νικόλας πονούσε να τις παίρνει και ο Θεός έβαλε τον Αρχάγγελο Μιχάλη. Είχανε στείλει τον Άη Νικόλα να πάρει τη ψυχή ενός νέου. Εκείνος όμως εσυμπονούσε και πήρε τη ψυχή μοιανού γερόντου αντί του νέου. Γι αυτό ο Θεός τον έβγαλε από τη θέση και έβαλε το Μιχαήλ που ήτανε πιο σκληρός.

Μια ιστορία λέει ότι σε ενα μέρος, στον «Καπυρό», τις τελευταίες μέρες του Ιούλη και τις πρώτες του Αυγούστου όταν υπάρχει άπνοια και αυξημένη υγρασία στην ατμόσφαιρα, σκιές με μορφή ανθρώπων εμφανίζονται με την ανατολή του ήλιου να προχωρούν και να  χάνονται στη θάλασσα. Ο «Καπυρός» είναι ένας τόπος που περιβάλλεται στα βορειανατολικά από ψηλούς πέτρινους γκρεμούς, λίγο ψηλότερα από τη θάλασσα της Χλώρακας. Κατά το γέρμα του ήλιου που οι αχτίνες του χτυπούν ολόισια τη περιοχή, οι θερμοκρασίες είναι πολύ μεγάλες και ο τόπος ζεστός όπως να υπάρχει αναμμένη πυρά, είναι γι αυτό και η ονομασία «Καπυρός». Μέσα σε όλη τη ξεραΐλα υπάρχει λαγούμι που τρέχει νερό από τα αρχαία χρόνια, παλιά σχημάτιζε μια λίμνη με πυκνή βλάστηση γύρω, και έλεγαν ότι εκεί ζούσαν Ζώθκια και Ανεράδες.
Τα χρόνια της Οθωμανοκρατίας οι Τούρκοι καταπίεζαν άγρια τους κατοίκους σε σημείο που οι περισσότεροι Έλληνες μετατράπηκαν δουλοπάροικοι τους. Η φτώχεια ήταν πολύ μεγαλη, ώστε πολλοι άνδρες που είχαν όμορφες γυναίκες έκαναν πως δεν καταλάβαιναν όταν οι Τούρκοι τις καλούσαν για δουλειά. Πολλές επίσης γυναίκες δεν αρνούνταν κάποιες επισκέψεις Τούρκων στα σπίτια τους. Όλα συνέβαιναν με σιωπή ανοχής και οι άνδρες χωρίς τιμή πλέον, χωρίς να ψηλώνουν το κεφάλι, έμεναν σιωπηλοί.
Ήταν δυο αδερφές με τον μικρότερο εδερφό τους που έμεναν σε μια κάμαρη, και δυο άτιμοι Τούρκοι τις επισκέπτονταν επιδεικτικά όποτε γούσταραν εκθέτοντας τες σ όλη την κοινωνία χωρίς να νοιάζονται. Ο μικρότερος αδερφός δεν μπορούσε να αντιδράσει, κανείς δεν τον βοηθούσε να σταθεί εμπόδιο τους και να προστατέψει τις αδερφές του. Ώσο περνούσε ο καιρός τον έτρωγε το άχτι, δεν μπορούσε άλλο να αντέξει το ρεζίλεμα, χτίκιασε, αποφάσισε πήγε στον «Καπυρό» και κρεμάστηκε σ ένα δένδρο.
Τα νέα ταξίδεψαν σαν αστραπή, πήγαν μακριά, άκουσε τα κακά μαντάτα ο Κωνσταντάς που ζούσε μακριά στα ξένα και ήταν θείος του μικρού παιδιού , ήταν αδερφός της μάνας του. Ήταν παλικαράς ανίκητος, χωρίς φόβο στην καρδιά, ούτε οι Τούρκοι δεν τα έβαζαν μαζί του. Του κόλλησαν το όνομα Κωσταντάς γιατί έμοιαζε με το Ρήγα Διγενή Κωσταντά, ήταν ανδρείος σαν και αυτόν. Σαν τόμαθε λοιπόν θυμώθηκε, καβαλίκεψε το άλογο του και κίνησε να επιστρέψει να πάρει εκδίκηση και να τιμωρήσει τους αίτιους του κακού, έτσι όπως άρμοζε να κάμει.
Το έμαθαν τα Τουρκιά, πολύ φοβήθηκαν, αποφάσισαν να στήσουν ενέδρα και να σκοτώσουν δόλια τον παλικαρά. Κρύφτηκαν στο «Καπυρό» και όταν περνούσε ο Κωσταντάς μπαμ, τον πυροβόλησαν ταυτόχρονα, και με δυο σφαίρες στο κεφάλι έπεσε νεκρός. Χαρούμενοι για την εύκολη νίκη τους, με περισσό θράσος πήγαν στο χωριό, είπαν τα μαντάτα και διέταξαν να μην τον θάψει κανένας, να τον αφήσουν να τον φάνε οι σκύλοι και τα άγρια θηρία.

Έτσι λοιπόν άδοξα τέλειωσε η ιστορία του Κωνσταντή με τέλος τραγικό που δεν άρμοζε για τη μεγαλη του φήμη, και χειρότερα απ όλα τον άφησαν άταφο όπως ένα σκύλο, όπως ένα ψοφίμι. Έμεινε άταφος για πολλές μέρες, ώσπου ο Αρχαγγελος Μιχαήλ δεν άντεξε το άδικο, φύσηξε δυνατό άνεμο κι έφερε την άμμο από την παραλία και τον σκέπασε.
Πολλές φορές στα μέσα του καλοκαιριού, μες το χάραμα του φού και στην ανατολή του ήλιου, πολλοί ισχυρίζονται ότι έχουν δει σκιές να περιφέρονται, κάποιοι λένε ότι πρόκειται για αντικατοπτρισμό που οφείλεται στη διάθλαση των ηλιακών ακτίνων ανάμεσα των φυλλωμάτων και της νοτιάς. Πολλοί που τις παρατήρησαν είπαν ότι είναι ζώθκια, δηλαδή ξωτικά που περιφέρονται ανήσυχα. Οι κάτοικοι έφτιαξαν θρύλους και ιστορίες, άλλοι είπαν είναι αληθινοί, ενώ άλλοι τους αμφισβητούν. Κάποιοι λενε είναι οι ψυχές του μικρού αδερφού και του παλλικαρα Κωσταντά που δεν βρίσκουν αναπαμό και περιφέρονται στον τόπο που άφησαν την πνοή τους γυρεύοντας εκδίκηση.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου